Η δικηγόρος Κάτια Νεοφύτου εξηγεί το νομικό πλαίσιο που διέπει το θέμα των αμβλώσεων.
Η άμβλωση, ή αλλιώς τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης, είναι σήμερα νόμιμη υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 304 του Ποινικού Κώδικα (ΠΚ). Στην ελληνική νομική θεωρία, το δικαίωμα στην άμβλωση βρίσκει τις ρίζες του στην ελευθερία ανάπτυξη της προσωπικότητας - προσωπική ελευθερία, που κατοχυρώνεται από το άρθρο 5 του Συντάγματος, και ειδικότερα του σωματικού αυτοκαθορισμού που προκύπτει από τη παράγραφο 2, του δικαιώματος στην ζωή και την υγεία της παραγράφου 5, καθώς και από το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής του άρθρου 9 παρ. 1 που αντιστοιχεί στο άρθρο 8 της ΕΣΔΑ. Σημειωτέον, η άμβλωση δεν ήταν ποτέ παράνομη στην Ελλάδα, απλώς δεν προβλεπόταν νομικά. Πρώτη φορά κατοχυρώθηκε νομικά η άμβλωση στο άρ. 5 παρ. 3 του Ν. 821/1978, το οποίο επέτρεπε την άμβλωση α) μέχρι και τη 12η εβδομάδα της εγκυμοσύνης σε περιπτώσεις που υπήρχε κίνδυνος για τη ψυχική υγεία της μητέρας και το γεγονός αυτό διαπιστωνόταν από ψυχίατρο εργαζόμενο σε Νοσηλευτικό Ίδρυμα Δημοσίου Δικαίου και β) μέχρι και την 20η εβδομάδα της εγκυμοσύνης εφόσον διαπιστώνονταν με σύγχρονα μέσα προγνωστικού ελέγχου (προγεννητική διάγνωση) σοβαρές ανωμαλίες στο έμβρυο που έχουν ως αποτέλεσμα τη γέννηση παθολογικών νεογνών.
Μετέπειτα, στο άρθρο 1 του Ν. 1609/1986, καθιερώθηκε η υποχρέωση της Πολιτείας για την προστασία της υγείας της γυναίκας, και για την παροχή περίθαλψης σε οργανωμένες νοσηλευτικές μονάδες κατά την τεχνητή διακοπή της κύησης.
Σήμερα, σύμφωνα με το άρθρο. 304 παρ.1 ΠΚ, η τεχνητή διακοπή της εγκυμοσύνης τιμωρείται με κάθειρξη έως 10 ετών όταν διενεργείται χωρίς τη συναίνεση της εγκύου. Στην παρ. 2 προβλέπεται ποινή φυλάκισης έως 3 έτη ή χρηματική ποινή για όποιον, με τη συναίνεση της εγκύου ή των προσώπων που έχουν τη γονική μέριμνα ή επιμέλειά της αν αυτή είναι ανίκανη να συναινέσει, διακόπτει την εγκυμοσύνη της και ποινή φυλάκισης τουλάχιστον 2 χρόνια και χρηματική ποινή αν ενεργεί κατ’ επάγγελμα. Με την ίδια ποινή, μειωμένη κατά το μέτρο του άρθρου 83, τιμωρείται και όποιος προμηθεύει σε έγκυο τα μέσα για τη διακοπή της εγκυμοσύνης της, εφόσον έγινε τουλάχιστον απόπειρα αυτής ενώ σύμφωνα με την παρ.3 προβλέπεται φυλάκιση έως έξι μήνες ή χρηματική ποινή για την έγκυο που μετά την 24η εβδομάδα της κύησης διακόπτει την εγκυμοσύνη της ή επιτρέπει σε άλλον να την διακόψει.
Κατ’ εξαίρεση, ο άδικος χαρακτήρας της πράξης αίρεται στις περιπτώσεις της παρ. 4 του άρθρου 304 (όπως προβλέφθηκαν με το Ν. 1609/1986), δηλαδή αν συντρέχει μια από τις εξής περιπτώσεις:
α) όταν η εγκυμοσύνη δεν έχει υπερβεί τις 12 εβδομάδες,
β) όταν η εγκυμοσύνη είναι αποτέλεσμα βιασμού, αποπλάνησης ανήλικης, αιμομιξίας και κατάχρησης γυναίκας ανίκανης να αντισταθεί και δεν έχει υπερβεί τη 19η εβδομάδα,
γ) σε περίπτωση που υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις παθολογικού νεογνού και η εγκυμοσύνη δεν έχει υπερβεί την 24η εβδομάδα,
δ) οποιαδήποτε στιγμή πριν από τη γέννηση σε περίπτωση αναπότρεπτου κινδύνου για τη ζωή της εγκύου ή κινδύνου σοβαρής και διαρκούς βλάβης της σωματικής και ψυχικής της υγείας. Αν η έγκυος είναι ανήλικη απαιτείται η συναίνεση ενός από τους γονείς ή του προσώπου που έχει την επιμέλεια της.
Στην ελληνική έννομη τάξη οι αμβλώσεις είναι επιτρεπτές, διότι ο νομοθέτης προέβη σε αξιολογική σύγκριση του δικαιώματος στη ζωή της εγκύου, η οποία θεωρείται ως αυτοτελής και αυθύπαρκτη προσωπικότητα, και του εμβρύου, αντικειμένου δικαιικής προστασίας, το οποίο δεν αποτελεί πλήρης ανθρώπινη οντότητα σαν υποκείμενο δικαίου παρά μόνο αν γεννηθεί ζωντανό.
Η Κάτια Νεοφύτου δικηγόρος με ειδίκευση στο Δίκαιο της Υγείας, με διδακτορικό πάνω στο θέμα της παρένθετης μητρότητας και μεταπτυχιακό στο Ιατρικό Δίκαιο και Βιοηθική (PhD, LLM από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Κεντ, Ηνωμένο Βασίλειο), απόφοιτος Νομικής ΑΠΘ.
Comments